Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΩΝ ΦΑΝΑΡΙΩΝ


Κάποια μέρα του χειμώνα μπρος στο κόκκινο φανάρι
ήρθε στο παράθυρο μου ένα νέο παλικάρι

Απ´ τα ρούχα του φαινόταν η ανέχεια κι η φτώχεια
του ντουνιά η αδικία απ´τα τόσα ανεμοβρόχια

Είδα μέσα στη ματιά του κάτι όμορφο κι οικείο
όμως μου ´παιζε η μοίρα το παιχνίδι της τ´ αστείο

"Χαρτομάντηλα πουλάω κύριε για τη μητέρα
είναι άρρωστη βαριά και δεν έχω ούτε πατέρα"

Του ´δωσα όσα κρατούσα και του είπα
"έχεις σπίτι;
θ´ αρρωστήσεις μες στο κρύο έξω γυροφέρνει γρίππη"

Πράσινο άναψε φανάρι κι έφυγα μα στο μυαλό μου
στριφογύριζε ο νέος που φαινόταν σαν γνωστός μου

Πέρασα μετά από μέρες μα δεν είδα το παιδί
ρώτησα κάποιον ζητιάνο τι γνωρίζει να μου πει

"Το παιδί που είχες γνωρίσει είναι άρρωστο βαριά
μοναχό είναι στον κόσμο και κανείς δεν βοηθά

Έχει μάνα ματωμένη απ´ της μοίρας την οργή
δεν αντίκρυσε πατέρα δεν γνωρίζει την στοργή"

Ρώτησα να βρω που μένει για να πάω να το δω
μου εξήγησε ο ζητιάνος κι έψαξα μήπως τον βρω

Στη διεύθυνση που πήγα όλα έμοιαζαν φτωχά
σα να βγήκε από ταινία φάνταζε η γειτονιά

Στην εξώπορτα σβησμένος ο αριθμός εικοσιένα
τα παράθυρα φθαρμένα και διπλομανταλωμένα

Μία λεμονιά στον κήπο μόλις έβγαζε καρπό
και ο τοίχος ρημαγμένος μούχλα πάνω του σωρό

Όταν χτύπησα την πόρτα άνοιξε μια μαυροφόρα
μόλις είδα τη μορφή της χρόνια γύρισε η ώρα

Με πλημμυρισμένα μάτια απ´το κλάμα απελπισμένη
με κοιτάζει και μου λέει φανερά αναστατωμένη

"Απ´τον βούρκο να μας βγάλεις τόσα χρόνια περιμένω
τώρα που ´ρθες το παιδί σου είναι πλέον πεθαμένο..."

Γιώργος Μανθαιάκης 27/4/14

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου