Ένας λαγός μία φορά, θάρριε κι όλα τα ξέρει,
κι αυτή η αλαζονεία του, έχθρητες του ´χε φέρει...
Όμως δεν υπολόγισε, η συμπεριφορά του,
πως γρήγορα θα του 'ριχνε χάμε στη γη τ´ αυτιά του...
Είχε αυτοπεποίθηση, μα και μεγάλο θράσσος
και δεν τον ήθελε κανείς, για φίλο μες στο δάσος...
Όποιον μπροστά του έβρισκε, τον γέμιζε με πόνο,
πείραζε όποιον τύχαινε να περπατεί στο δρόμο...
Μια μέρα εκεί που πήγαινε, βρίσκει τη γρα χελώνα
που ´σερνε το καβούκι της, με ιδρώτα και αγώνα...
"Που πας γριά σερνάμενη και κουβαλείς την πέτρα;
μια μέρα θες ολόκληρη να κάμεις δέκα μέτρα..."
"Κοίταξε εμένα ελεύθερος πως τρέχω μες στα δέντρα
πέταξε το καβούκι σου χωρίς άλλη κουβέντα"...
-"Αυτό είναι το σπίτι μου κι όλη η υπαρξή μου,
ζωή και σωτηρία μου, γι αυτό το ´χω μαζί μου"
Εξεκαρδίστηκ´ ο λαγός, κι απ´ τα πολλά τα γέλια,
τση γρας χελώνας ήκαμε τα νεύρα τζη κουρέλια...
Ξεκίνησε σιγά-σιγά να πάει στη δουλειά της,
να μη θωρρεί τον είρωνα που έτυχε μπροστά της...
Ξάφνου νυχτώνει ο ουρανός, γύρω τους σκοτεινιάζει
με ανεξέλεγκτη ορμή, γεράκι πλησιάζει...
Μπαίνει μες στο καβούκι της, γρήγορα η χελώνα,
μα ο λαγός δεν πρόλαβε να βρει ποθές κρυψώνα...
Μπηχτήκανε στην σάρκα του, του γερακιού τα νύχια
και βρέθηκε στα σύννεφα... τι τραγικό αλήθεια...
Αυτή ήταν η τύχη του, εσβήστηκε το φως του,
εχάθηκε σε μια στιγμή, ο κόσμος από μπρος του...
Ξέρει ο Θεός και τα ´δωκε, στην πλάση αυτή τα βάρη,
πράμα δεν είναι περιττό και ας του λείπει η χάρη...
Γιώργος Μανθαιάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου